Συλλογή έργων τέχνης Ιδρύματος Άγγελου & Λητώς Κατακουζηνού

Η Οικία του Άγγελου και της Λητώς Κατακουζηνού, η οποία στο παρελθόν αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα φιλολογικά σαλόνια της γενιάς του ’30, από το 2008 λειτουργεί ως δυναμικό και εξελισσόμενο πολιτιστικό κύτταρο στη χώρα μας. Είναι μια οικία-μουσείο γεμάτη ιστορίες, με σπάνια οικοσκευή, μεγάλη βιβλιοθήκη και πλούσιο αρχείο, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται φωτογραφίες και αλληλογραφία με ανθρώπους της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών, και με ποικίλα μουσειακά αντικείμενα, ενθυμήματα και έργα τέχνης, αντιπροσωπευτικά δείγματα της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής από τη δεκαετία του 1930 ώς τη δεκαετία του 1970. Ανάμεσα σε όλα αυτά, ξεχωριστή θέση κατέχει μια αξιόλογη καλλιτεχνική συλλογή από περίπου σαράντα πίνακες ζωγραφικής, δεκαπέντε σχέδια και χαρακτικά, καθώς και δύο γλυπτά.

Η συλλογή αυτή παρουσιάζει μια εικόνα της νεότερης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας με τρόπο που προάγει τη γνώση και ενθαρρύνει τη συναισθηματική συμμετοχή των επισκεπτών της Οικίας. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τους καλλιτέχνες:  Λιλή Αρλιώτη, Σπύρος Βασιλείου, Άγγελος Γιαλλινάς, Γιώργος Γουναρόπουλος, Δημήτρης Γιαννουκάκης, Γιώργης Δήμου, Μιχάλης Τόμπρος, Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Jean Baelen, Jean Carzou, Marc Chagall, Jean-Baptiste-Camille Coror, John Craxton, Alexander Mohr, Pablo Picasso, Roger Viellard.

Συλλογή έργων Ζωγραφικής

 

 

 

Ανάμεσα στα έργα ζωγραφικής ξεχωρίζουν τα τέσσερα φύλλα από δύο μαονένιες πόρτες του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, ζωγραφισμένες ειδικά για τους φίλους του Κατακουζηνούς, και πολλά άλλα έργα του επιφανούς Έλληνα καλλιτέχνη. Επίσης, έργα του Σπύρου Βασιλείου, του Γιάννη Τσαρούχη, του Γιώργου Γουναρόπουλου (σημαντικών εκπροσώπων της γενιάς του ’30) βρίσκονται εγκατεσπαρμένα σε όλο το σπίτι.

Το πορτραίτο της Λητώς Κατακουζηνού από τον Marc Chagall, καμωμένο με ακουαρέλα και παστέλ, είναι ίσως το πιο γνωστό από τα έργα Ευρωπαίων καλλιτεχνών της συλλογής. Ένα σχέδιο με μολύβι του Pablo Picasso πλαισιώνεται από μια ευρεία συλλογή σχεδίων και χαρακτικών του 19ου και 20ού αιώνα. Αυτό που καθιστά τη συλλογή τέχνης των Κατακουζηνών μοναδική, εκτός από την αναμφισβήτητη καλλιτεχνική και οικονομική αξία των έργων, είναι ο τρόπος απόκτησής τους. Σχεδόν κανένα από αυτά δεν αγοράστηκε, τα περισσότερα μάλιστα δωρίσθηκαν στους Κατακουζηνούς από τους ίδιους τους καλλιτέχνες, αντίδωρα φιλίας και ευγνωμοσύνης, πολύ συχνά με θέματα σχετικά με τους παραλήπτες τους.

Ο Άγγελος Κατακουζηνός υπήρξε ένας διακεκριμένος νευρολόγος-ψυχίατρος, ευπατρίδης που προσέφερε πολλά μέσα από την επιστήμη του. Καθοριστική όμως υπήρξε η αγάπη που έτρεφε για την τέχνη, που τον ανέδειξε σε συνδετικό κρίκο των εκπροσώπων της γενιάς του ’30. Ήταν ο αληθινός φίλος που τους παρότρυνε, τους υπερασπιζόταν και συνάμα τους έπειθε να βρίσκονται όλοι μαζί, να συνεργάζονται και να μοιράζονται αξέχαστες στιγμές. Άνθρωποι σπουδαίοι, που έγραψαν ιστορία στο τόπο τους και στο εξωτερικό, ζήτησαν κατά καιρούς παρηγοριά από τον Βενιαμίν της συντροφιάς, όπως τον αποκαλούσαν στα χρόνια που πρωτογνωρίστηκαν στο Παρίσι.

Οι Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Γιώργος Θεοτοκάς, Ανδρέας Εμπειρίκος, Άγγελος Τερζάκης, Ηλίας Βενέζης, Γιώργος Κατσίμπαλης, Λιλή Αρλιώτη, Στρατής Ελευθεριάδης-Tériade, Θάλεια Φλωρά-Καραβία, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γιάννης Τσαρούχης, Σπύρος Βασιλείου, Μιχάλης Τόμπρος και Γιώργος Γουναρόπουλος, ανάμεσα σε πολλούς άλλους, υπήρξαν φίλοι του και επισκέπτονταν συχνά το σπιτικό του, για να απολαύσουν την ατμόσφαιρα και τη συντροφιά. Το σπίτι των Κατακουζηνών, στον αριθμό 7 της οδού Πινδάρου και αργότερα το διαμέρισμά τους, στη λεωφόρο Αμαλίας, στέγασε ένα από τα σημαντικότερα φιλολογικά σαλόνια της εποχής. Στο στήσιμο του διαμερίσματος όπου μετακόμισαν το 1960 προσπάθησαν να ενσωματώσουν όλα όσα αγαπούσαν, όλα όσα αποτελούσαν πηγές έμπνευσης στην καθημερινότητά τους και κυρίαρχα ήταν τα έργα τέχνης από φίλους. Γλυπτά, βιβλία αλλά και ταπεινά αναμνηστικά, μαρτυρίες πολυκύμαντης ζωής, ολοκλήρωναν το γεμάτο ζεστασιά καταφύγιό τους.

Μελετώντας τη συλλογή των Κατακουζηνών διαπιστώνει κανείς πως οι ίδιοι οι καλλιτέχνες δώριζαν ό,τι καλύτερο είχαν φιλοτεχνήσει, θέλοντας να εκφράσουν την αγάπη και ευγνωμοσύνη τους. Το σύνολο της συλλογής κρύβει πολλές μικρές και μεγάλες ιστορίες. Κυρίαρχη ανάμεσα στις παρουσίες στο διαμέρισμα της λεωφόρου Αμαλίας είναι εκείνη του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, αδελφικού φίλου του Άγγελου Κατακουζηνού από τα χρόνια των σπουδών τους στο Παρίσι. Η δυνατή τους φιλία κράτησε έως το τέλος και υπήρξε καθοριστική για την πορεία της τέχνης του μεγάλου ζωγράφου. Κάθε σημαντικό έργο του Γκίκα αποτελούσε αντικείμενο συζήτησης ανάμεσα στους δύο άνδρες πριν ακόμη τελειώσει. Ο ψυχίατρος ανέτεμνε την αυστηρή του γεωμετρία, τις ζυγισμένες σχέσεις των χρωμάτων και τη φιλοσοφία που υπήρχε πίσω από κάθε έργο του καλλιτέχνη, όσο διονυσιακό κι αν ήταν το θέμα, όσο οργιαστική κι αν ήταν η παλέτα, φανερώνοντας κρυμμένα βάθη που ο ίδιος ο δημιουργός δεν είχε συνειδητοποιήσει καλά-καλά. Η αναλυτική αυτή διαδικασία ακολουθούσε τη γένεση του έργου: Μπορούμε να φανταστούμε τον Κατακουζηνό όχι μόνο να θαυμάζει, αλλά να εξηγεί τις μετρημένες πινελιές του Γκίκα πάνω στο γυαλιστερό μαόνι των δύο εσωτερικών θυρών που φιλοτέχνησε ως δώρο («Οι τέσσερις εποχές») στους καλούς του φίλους, εργαζόμενος για μήνες μακριά από το εργαστήριό του. Ήταν μια σχέση διανοητική και αισθαντική, στηριγμένη στο πνεύμα και το χρώμα. Η ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα των έργων που ο Γκίκας χάριζε στον Κατακουζηνό, όσο και οι αφιερώσεις που κυρίως βλέπουμε στα χαρακτικά και τα βιβλία που του είχε αφιερώσει ή στα σχέδια του κοσμούν εξώφυλλα των βιβλίων της Λητώς Κατακουζηνού, επισφραγίζουν το βάθος και την ποιότητα της σχέσης τους. Μάλιστα ο καλλιτέχνης έχει γράψει χαρακτηριστικά: «… Για τον Άγγελο Κατακουζηνό αισθανόμουν όχι μόνο μια δυνατή φιλία αλλά και έναν ψυχικό δεσμό, μια ταυτότητα αντιλήψεων, έναν τρόπο αισθαντικής αντιμετωπίσεως των προβλημάτων της ζωής. Ήξερα ότι μπορούσα να του εκμυστηρευτώ τα πιο μύχια περιστατικά της ζωής μου και ότι θα με άκουγε με όλη του την αγάπη, με συμπάθεια και με ενδιαφέρον, όσες ώρες και αν ήθελα. Στο τέλος θα έκανε κάποια παρατήρηση που θα φώτιζε απρόοπτα το πρόβλημα, ανοίγοντας ένα κομμάτι ξαφνικής γαλήνης (…). Τέτοια ήταν η φιλία μας που βάστηξε εξήντα χρόνια και που τώρα μου λείπει όσο δε λέγεται».

Μια ακόμη μακρόχρονη φιλία ένωνε τον Γιάννη Τσαρούχη με τους Κατακουζηνούς, από τους πρώτους που πίστεψαν σε κείνον και την τέχνη του. Ιδιαίτερα εγκάρδια ήταν η σχέση του με τη Λητώ, με την οποία μοιραζόταν την αγάπη του θεάτρου, το χιούμορ και την καταγωγή από τον Πειραιά. Ήταν εκείνος που σκηνογραφούσε τις εμφανίσεις της στα περίφημα bal-de-tête και που, για να μετριάσει τη λύπη της για το χαμό της μητέρας της, έμεινε για έναν μήνα στο σπίτι τους για να σχεδιάσει και κατασκευάσει τις επενδύσεις των δοκαριών στο σαλόνι τους. Κι όταν τον πίκραναν άθελά τους, διαλέγοντας το σχέδιο με τις «τέσσερις εποχές» του Γκίκα για τη διακόσμηση των θυρών, εξευμενίστηκε βλέποντας ένα από τα έργα του τοποθετημένο σε τιμητική θέση πάνω από το τζάκι τους. Ήταν ο Τσαρούχης που διακόσμησε με τα «δειλινά» του το εξώφυλλο του τελευταίου βιβλίου της Λητώς για τον Άγγελο, τον Βαλή της, άλλο ένα από τα έργα της συλλογής.

Καθοριστική για τους προσανατολισμούς των Κατακουζηνών στο ευρωπαϊκό στερέωμα της τέχνης και της διανόησης υπήρξε η φιλία τους με τον Στρατή Ελευθεριάδη, γνωστότερο ως Tériade, κριτικό τέχνης και εκδότη των μεγάλων καλλιτεχνών της Γαλλίας του μεσοπολέμου και μεταπολέμου: Pablo Picasso, Henri Matisse, Marc Chagall κ.ά. Τα περίφημα βιβλία της «Verve» που βρίσκονται στη συλλογή ήταν χριστουγεννιάτικα δώρα του, όπως και το χαρακτικό του Pablo Picasso. Στον κύκλο του, που σύχναζε στο μικρό εξοχικό του στο St. Jean-Cap Ferrat, πρέπει να γνώρισαν κι άλλους καλλιτέχνες και διανοητές, όπως τους ζωγράφους και χαράκτες Jean Carzou και Roger Viellard, οι οποίοι σφράγισαν τη φιλία τους δωρίζοντας χαρακτικά που επίσης αποτελούν μέρος της συλλογής. Χάρις στον Tériade οι Κατακουζηνοί συνδέθηκαν με τον Marc Chagall. Εκείνοι τον συνόδεψαν στο ταξίδι του για να γνωρίσει το ελληνικό τοπίο και να εμπνευστεί για την εικονογράφηση του κειμένου του Λόγγου «Δάφνις και Χλόη». Εκείνοι, για χάρη των φίλων τους Ελλήνων ζωγράφων, συγκέντρωσαν τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα καθενός στο σπίτι τους, οργανώνοντας την  πρώτη πανελλήνια έκθεση σύγχρονης τέχνης στα μεταπολεμικά χρόνια για να τα παρουσιάσουν στον Chagall. Κι εκείνος με τη σειρά του ζωγράφισε το πορτρέτο της Λητώς σε ακουαρέλα και τους χάρισε μία από τις λιθογραφίες του.

Ο Σπύρος Βασιλείου υπήρξε επίσης μια ζεστή ανοιχτή αγκαλιά για τον Άγγελο Κατακουζηνό. Σύμφωνα με τα λόγια του Κατακουζηνού σε μία από τις ομιλίες που έδωσε στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, τόσο πολύ τον συγκίνησε η ζωγραφική του που έγινε φίλος του πριν καλά-καλά τον γνωρίσει. «Η ζωγραφική του σε αιχμαλωτίζει όπως ένα όμορφο παραμύθι που τ’ ακούει ένα παιδί, γιατί η χρωματική της ακτινοβολία πηγάζει από τον παιδικό κόσμο των ονείρων και του παραμυθιού (…). Η ζωγραφική του είναι το τρυφερό χαμόγελο της φύσης που σου απλώνεται για μια εγκάρδια χειραψία». Όσο για τον Βασιλείου, τόσο μεγάλη ήταν η αγάπη του για τους Κατακουζηνούς που, πέρα από τους πίνακες και το χαρακτικό που τους προσέφερε, τους έφτιαξε κι ένα ψηφιδωτό με μια γοργόνα των παραμυθιών.

Στη συλλογή περιλαμβάνονται επίσης χαρακτικά του Δημήτρη Γιαννουκάκη και του Γιώργη Δήμου, χωρίς να γνωρίζουμε ακόμη κάτι παραπάνω για τη σχέση τους με τους Κατακουζηνούς. Επίσης υπάρχουν μερικά χαρακτικά του 18ου και 19ου αιώνα, επιχρωματισμένες χαλκογραφίες και λιθογραφίες, χάρτες και τοπία καθώς και δύο χαρακτικά του Jean-Baptiste-Camille Corot, πιθανότατα προερχόμενα από την οικοσκευή της μητέρας της Λητώς, Ροδόπης Σκλαβούνου-Πρωτοπαπά.

Όσο πιο πολύ μελετάται η συλλογή έργων τέχνης του Άγγελου και της Λητώς Κατακουζηνού, τόσο πιο πολύ συγκινεί όχι μόνο η ποιότητα του κάθε έργου που επιλέχτηκε από τους καλλιτέχνες για να χαριστεί στους Κατακουζηνούς, αλλά και η σχέση του κάθε καλλιτέχνη μαζί τους, όπως φανερώνεται σταδιακά μέσα από το αρχειακό υλικό.

Η συλλογή τέχνης των Κατακουζηνών είναι ένα μικρό αποτύπωμα της αγάπης, εκτίμησης και σεβασμού που έχαιραν από τους φίλους τους και αντικατοπτρίζει την πίστη του Άγγελου Κατακουζηνού στον ευεργετικό ρόλο της τέχνης στη ζωή των ανθρώπων.

Τα όσα παρουσιάζονται είναι μόνο μια πρώτη προσπάθεια να μοιραστεί η Οικία Κατακουζηνού με το κοινό την πολύ ιδιαίτερη ιστορία της καλλιτεχνικής της συλλογής, η οποία θα εμπλουτίζεται συνεχώς μέσα από την έρευνα του υλικού.

Σοφία Ε. Πελοποννησίου-Βασιλάκου

Ζήσιμος Χ. Συνοδινός